greek-flag

greek-flag

Ο "αθλητισμός", ως έννοια, είναι εφεύρημα των αρχαίων Ελλήνων. Των ανθρώ­πων που εφεύραν και τη δημοκρατία. Ως έννοια ο αθλητισμός συνδέεται με την έννοια του "άθλου". Του άθλου που πραγματοποιεί ο άνθρωπος και τον θαυμάζουν γι' αυτό οι συνάνθρωποί του. Αθλητές δηλαδή είναι αυτοί οι οποίοι θα προσπαθήσουν να δοκιμάσουν τις δυνατότητές τους εκεί όπου ο μέσος άνθρωπος - ενώ τον αφορά ο "στίβος" - δεν μπορεί να παρακολουθήσει. Εκεί όπου ο μέσος άνθρωπος δεν μπορεί να διακριθεί, γιατί δεν έχει το απαραίτητο ταλέντο και βέβαια την κατάλληλη προετοιμασία. Αθλητές δηλαδή είναι αυτοί οι οποίοι θα δοκιμάσουν να πετύχουν τον άθλο.
Ο άνθρωπος, όπως όλα τα ζώα, έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, τα οποία δεν αλλάζουν όσο και να προσπαθήσει. Δεν υπάρχει περίπτωση να ξεφύγει από τα όρια που καθορίζουν το "είδος" του ως "ζώο". Δεν θα μπορέσει ποτέ να πετάξει στους ουρανούς ως αετός και ούτε θα μπορέσει ποτέ να καταδυθεί στους ωκεανούς ως ψάρι. Είναι ένα ζώο χερσαίο και ως εκ τούτου τα μετρήσιμα σωματικά χαρακτηριστικά του είναι όμοια μ' αυτά που αφορούν και τα υπόλοιπα χερσαία ζώα. Μπορεί να μετρηθεί η ταχύτητά του, η δύναμή του, η αλτικότητά του κλπ..
Ως "είδος" όμως έχει κάποιες απόλυτες τιμές σ' ό,τι αφορά τα χαρακτηριστικά αυτά. Τιμές που έχουν υπολογιστεί για το ανθρώπινο είδος, όπως έχουν υπολογιστεί και για τα άλλα χερσαία είδη. Αν ανοίξει κάποιος μια εγκυκλοπαίδεια θα δει ποιες ακριβώς είναι οι τιμές αυτές. Θα μάθει για παράδειγμα ότι το γρηγορότερο χερσαίο είδος είναι το τσιτάχ και μάλιστα θα δει και μία τιμή αυτής της ταχύτητάς του. Τέτοιου είδους μέγιστες τιμές έχουν όλα τα είδη για κάποια επιμέρους χαρακτηριστικά τους και αυτές είναι οι τιμές που διαφοροποιούν τα "είδη" μεταξύ τους.
Ανάμεσα σ' αυτά τα "είδη" είναι και το ανθρώπινο. Ένα "είδος" που είναι πιο αργό από το τσιτάχ ή τη γαζέλα, αλλά πολύ πιο γρήγορο από τη χελώνα ή το πρόβατο. Ένα είδος που έχει πιο μεγάλη δύναμη έλξης από την αλεπού αλλά μικρότερη δύναμη από έναν ελέφαντα. Γιατί τα λέμε όλα αυτά τα προφανή; Για να καταλάβει ο αναγνώστης τι ακριβώς είναι ο άθλος. Άθλος είναι να τρέξει ένας άνθρωπος πιο γρήγορα από ένα τσιτάχ. Άθλος είναι να τραβήξει πιο πολλά κιλά από έναν ελέφαντα. Άθλος είναι δηλαδή να ξεπεράσεις τις δυνατότητες του "είδους" σου.
Είναι αυτό δυνατόν; Όχι βέβαια. Γιατί; Γιατί δεν μπορείς να νικήσεις τη φύση σου. Δεν μπορείς να ξεπεράσεις τα όρια που έχει θέσει η φύση. Άρα τι συμβαίνει σ' αυτήν την περίπτωση; Περιοριζόμαστε στη βάση της έννοιας του άθλου, που είναι να είσαι ο καλύτερος του είδους σου. Ο ταχύτερος ανάμεσα στους ανθρώπους. Ο ισχυρότερος ανάμεσα στους ανθρώπους. Ο αλτικό­τερος ανάμεσα στους ανθρώπους. Αυτός ο οποίος θα καθορίζει τις απόλυτες τιμές του είδους. Ο άνθρωπος, που, για όσο διάστημα θα είναι ο καλύτερος σ' ό,τι αφορά το επίτευγμά του, θα είναι αθάνατος.
Βασικό επίπεδο δηλαδή του άθλου είναι να είναι κάποιος ο "καλύτερος" της γενιάς του και το ανώτατο επίπεδο του άθλου είναι να είναι ο "καλύτερος" όλων των γενιών. Ο βασικός στόχος δηλαδή του αθλητή είναι να γίνει πρωταθλητής και από εκεί και πέρα το όνειρό του είναι να κάνει ένα ακατάρριπτο παγκόσμιο ρεκόρ. Με την έννοια του "παγκοσμίου ρεκόρ" στην πραγματικότητα καθορίζουμε τη μέγιστη τιμή σε κάποιο χαρακτηριστικό του χερσαίου ζώου που λέγεται άνθρωπος.
Εδώ βρίσκεται και το λεπτό σημείο του αθλητισμού. Ο άνθρωπος στον αθλητισμό έρχεται αντιμέτωπος με ένα φυσικό μέγεθος. Αν "νικήσει" αυτό το μέγεθος "σπρώχνει" τα όρια. Στη συνέχεια ταυτίζεται με το μέγεθος αυτό - που συνδέεται με τις προσωπικές του δυνατότητες - και αυτό του δίνει τη δόξα και την αθανασία. Για όσο διάστημα το όνομά του συνδέεται με το καλύτερο μέγεθος, θα είναι αθάνατος. Τόσο οι σύγχρονοί του αθλητές όσο και οι επόμενοι αυτόν θα έχουν μπροστά τους και όχι εκείνους που έτυχε να είναι αντίπαλοί τους σε έναν αγώνα. Αυτόν θ' ανταγωνίζονται και μ' αυτόν θα συγκρίνονται. Όχι για να νικήσουν τον ίδιο σε έναν αγώνα, αλλά για να ξεπεράσουν το φυσικό μέγεθος που αυτός αντιπροσωπεύει.
Μπορεί δηλαδή ένας άνθρωπος να έχει νικήσει όλους τους σύγχρονούς του και να μην γίνει ποτέ αθάνατος. Μπορεί να είναι μόνιμος πρωταθλητής, αλλά δεν θα έχει καταφέρει να πραγματο­ποιήσει τον ανώτατο στόχο του αθλητή. Γιατί; Γιατί στον αθλητισμό σημασία δεν έχει η νίκη, αλλά ο άθλος. Για να το καταλάβει κάποιος αυτό, ας σκεφτεί το εξής απλό. Μπορεί μια γενιά ανθρώπων να είναι αδιάφορη για τον αθλητισμό ή να έχει περάσει από μια δύσκολη κατάσταση επιβίωσης και να μην έχει καλά σωματικά χαρακτηριστικά. Να είναι οι περισσότεροι από αυτούς καχεκτικοί κι αδύναμοι. Ο αθλητισμός ακόμα και γι' αυτούς τους ανθρώπους είναι δυνατός. Μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να συναγωνίζονται μεταξύ τους και να βγαίνουν νικητές. Πρωταθλητές των 100 μέτρων, οι οποίοι θα χρειάζονται 20 δευτερόλεπτα για να καλύψουν την απόσταση. Αυτοί, όπως αντι­λαμβα­νόμαστε δεν είναι αθάνατοι. Γιατί; Γιατί είναι απλά οι καλύτεροι των καχεκτικών. Η επόμενη γενιά με καλύτερα χαρακτηριστικά θα τους ξεπεράσει εύκολα και από τα δικά της τα μέλη θα προκύψουν οι αθάνατοι. Αθάνατοι, που θα συνδέσουν το όνομά τους με το φυσικό μέγεθος που αντιπροσωπεύει ο άθλος. Άθλος είναι να κάνεις τα 100 μέτρα σε 8 δευτερόλεπτα.
Αυτό το μέγεθος μάχεται ο αθλητής και αυτός είναι ο εχθρός του. Δεν είναι εχθρός του ο αντίπαλος αθλητής. Δεν είναι εχθρός, που, αν του βάλει μια "τρικλοποδιά", θα πετύχει κάτι σημαντικό. Ο αντίπαλος είναι απλά "συνοδοιπόρος" σε μια σκληρή πορεία που οδηγεί στη δόξα. Στην άφθαρτη δόξα όμως, που έχει χώρο μόνο για τον πρώτο. Το μέγεθος διαχωρίζει τον πρώτο από όλους τους υπόλοιπους. Δεν χρειάζεται δηλαδή ο πρώτος να νικήσει τους πάντες σε συγκεκριμένους αγώνες. Τα μεγέθη του πρώτου αποκλείουν τους υπόλοιπους. Μπορεί κάποιος να μπαίνει σ' ένα στάδιο, να αγωνίζεται μόνος του και να είναι αθάνατος. Να μην γεύεται τη νίκη σε αγώνα, αλλά, κάθε φορά που αγωνίζεται - έστω και μόνος του - να πραγματοποιεί άθλο.
Στον αθλητισμό δηλαδή τα πράγματα είναι απλά. Υπάρχουν μεγέθη, που συγκρίνονται μεταξύ τους με απόλυτη αντικειμενικότητα. Δεν χρειάζεται κάποιος από εμάς να νικηθεί σε αγώνα από έναν παγκόσμιο πρωταθλητή. Ο αγώνας αφορά τους ομοίους αθλητές και όχι εμάς τους καθημε­ρινούς ανθρώπους. Όποιος από εμάς έχει ενστάσεις, δεν χρειάζεται να προβάλει ενστάσεις γι' αποκλεισμό του από τους αγώνες και να ζητά να αγωνιστεί εναντίον τους. Ο καθένας από εμάς μπορεί να πάει στο στάδιο της γειτονιάς του και να "μετρηθεί". Από αυτό το "μέτρημα" θα γελάσει ή θα κλάψει για τον εαυτό του. Από αυτό το "μέτρημα" θ' αποφασίσει αν τον συμφέρει να συνεχίσει την προσπάθεια ή αν τον συμφέρει να αράζει στις καφετέριες.
Αντιλαμβανόμαστε ότι ο ανταγωνισμός των αθλητών μεταξύ τους δεν είναι το ζητούμενο για τον αθλητισμό. Δεν είναι το ζητούμενο η νίκη έναντι των συναθλητών. Το ζητούμενο είναι ο άθλος. Το ζητούμενο είναι η ταύτιση με το απόλυτο μέγεθος. Το μέγεθος με το οποίο θα συγκρίνονται καί οι προηγούμενοι καί οι επόμενοι αθλητές. Ο συναγωνισμός απλά βοηθά τον καλύτερο να πραγματοποιήσει τον στόχο του, που είναι ο άθλος. Ο συναγωνισμός "σπρώχνει" τον "υπεράνθρωπο" αθλητή προς τον άθλο. Ο συναγωνισμός ισχυρών αθλητών συμφέρει τους πάντες, γιατί θα οδηγήσει αυτόν που έχει τις δυνατότητες στον άθλο και την αθανασία.
Αυτός ήταν κι ο λόγος που οι Έλληνες περιέβαλαν με μεγάλη τιμή τους νικητές των ολυμπια­κών αγώνων. Ο ολυμπιονίκης δηλαδή εκείνη την εποχή απολάμβανε τιμές όχι γιατί ήταν ο νικητής των συναθλητών του, αλλά γιατί αντιπροσώπευε μέγεθος. Ήταν τίτλος τιμής να είναι κάποιος ολυμπιονίκης. Ήταν τίτλος τιμής, γιατί εκείνα τα τέσσερα χρόνια ήταν ο γρηγορότερος ή ο αλτικότερος κλπ. άνθρωπος του ελληνικού κόσμου. Ο ολυμπιονίκης ήταν το "ζωντανό" ρεκόρ, εφόσον δεν μπορούσε να μετρηθεί διαφορετικά. Ήταν σαν να λέμε το "ζωντανό" 9,10 sec για τα σημερινά 100 μέτρα. Ήταν αυτός ο οποίος, συγκρινόμενος με όλους τους υπόλοιπους πολίτες, ήταν ο καλύτερος του είδους του. Κυρίαρχη δηλαδή έννοια στον αθλητισμό είναι η σύγκριση.
Τα αθλητικά παιχνίδια θα έπρεπε να συνθέτουν μια ξεχωριστή κατηγορία δραστηριοτήτων, που θα μπορούσε να ονομάζεται "αγωνισμός" και όχι αθλητισμός. Γιατί; Γιατί σ' αυτά κυρίαρχος στόχος είναι η νίκη στον αγώνα και όχι η επίτευξη του άθλου. Οι συμμετέχοντες σ' αυτά θα έπρεπε να ονομάζονται "αγωνιστές" και όχι αθλητές. Κατ’ αρχήν σ' ό,τι αφορά τη φαινομενική ομοιότητά τους - λόγω των αθλητικών προσόντων που έχουν οι συμμετέχοντες σ' αυτά - θα πούμε το εξής: Παιχνίδι μπορεί να είναι η οποιαδήποτε διαδικασία βάζει δύο αντιπάλους να διεκδικούν τη νίκη σε μια μεταξύ τους σύγκρουση. Τα αθλητικά προσόντα απλά βοηθούν προς αυτήν την κατεύθυνση και δεν αποτελούν τη βασική προϋπόθεση για τη νίκη.
Αν για παράδειγμα ήταν όλοι οι άνθρωποι αδιάφοροι για το ποδόσφαιρο, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα υπήρχε ποδόσφαιρο. Απλά οι λίγοι οι οποίοι θα ασχολούνταν θα είχαν μηδαμινά σωματικά προσόντα αθλητικής φύσεως. Θα μπορούσαν αγύμναστοι, ανάπηροι κλπ., να παίζουν ποδόσφαιρο και άρα να αγωνίζονται για τη νίκη με το ίδιο πάθος που το κάνουν και οι γυμνα­σμένοι. Οι θεατές θα πανηγύριζαν τη νίκη με την ίδια ένταση που θα την πανηγύριζαν και υπό άλλες συνθήκες.
Παιχνίδι δηλαδή μπορεί να γίνει το οτιδήποτε κι απλά ο ανταγωνισμός ανεβάζει τον "πήχη" των προσόντων των συμμετεχόντων. Ακόμα και η κλοπή μπορεί να γίνει μια μορφή "παιχνιδιού". Υπάρχουν και σ' αυτήν την περίπτωση αντίπαλοι οι οποίοι συγκρούονται. Ο ένας προσπαθεί να φυλάξει την περιουσία του και ο άλλος να την κλέψει. Ο καθένας από αυτούς, για να επιτύχει τον στόχο του, επενδύει στα προσόντα του. Έχει δει κανένας διαρρήκτη υπέρβαρο; Γιατί δεν έχει δει; Γιατί απλούστατα για να νικήσεις στο "παιχνίδι" της κλοπής θα πρέπει το σώμα να μπορεί να "πα­ρα­κολουθεί" το μυαλό. Να έχει τις δυνατότητες να εφαρμόζει αυτά τα οποία το μυαλό σκέφτεται.
Αν ένας διαρρήκτης έχει πονηρό μυαλό και το σώμα του έχει δυνατότητες να περνάει μόνον από ανοικτές πόρτες, δεν μπορεί να "νικήσει". Θα "νικήσει" μόνον αυτός ο οποίος έχει τον καλύτερο συνδυασμό προσόντων. Αυτός ο συνδυασμός δίνει το καλύτερο αποτέλεσμα, που είναι η νίκη. Δεν μπορείς να νικήσεις, αν δεν έχεις καλό συνδυασμό. Δεν μπορείς να "νικήσεις" ως διαρρήκτης, αν είσαι βλάκας, ακόμα κι αν έχεις προσόντα ακροβάτη. Δεν μπορείς να "νικήσεις" ως διαρρήκτης, αν είσαι ανάπηρος, ακόμα κι αν έχεις μυαλό ιδιοφυΐας. Βλέπουμε δηλαδή ότι, ακόμα και η κλοπή, κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορεί να γίνει αγώνισμα.
Αυτά σ' ό,τι αφορά τη φαινομενική ομοιότητα των αθλητών του αθλητισμού και των "αθλητών" των παιχνιδιών. Την ομοιότητα μεταξύ αθλητών και "αγωνιστών". Σ' ό,τι αφορά την πραγματική ουσία των διαφορών μεταξύ του αθλητισμού και του παιχνιδιού συμβαίνει το εξής: Το παιχνίδι δεν έχει σχέση με τον άθλο. Στο παιχνίδι κυρίαρχη έννοια είναι η σύγκρουση και όχι η σύγκριση, όπως συμβαίνει στον αθλητισμό. Ο νικητής ενός παιχνιδιού δεν μπορεί να αποδείξει ούτε ότι είναι ο καλύτερος της γενιάς του ούτε ο καλύτερος όλων των γενεών. Τα πάντα είναι σχετικά στην έννοια του "παιχνιδιού". Μπορεί ο άλλος να είναι παγκόσμιος πρωταθλητής σε ένα ατομικό αγώνισμα και να υπάρχουν χιλιάδες συνάδερφοί του που μπορούν να τον νικήσουν. Μπορεί μια ποδοσφαιρική ομάδα να γίνει παγκόσμια πρωταθλήτρια και μέχρι να φτάσει στον τελικό να έχει χάσει από ένα μεγάλο πλήθος αντίπαλων. Στο παιχνίδι δηλαδή ο νικητής είναι απλά καλύτερος από τον αντίπαλό του στον συγκεκριμένο αγώνα κι αυτό όχι απόλυτα, γιατί στα παιχνίδια υπάρχει και η αμφισβήτηση του νικητή.
Ο μόνος στόχος που υπάρχει για τον νικητή είναι η νίκη και τίποτε άλλο. Αυτό δηλαδή το οποίο στον αθλητισμό είναι δευτερεύων στόχος, για το παιχνίδι είναι ο μοναδικός. Στο παιχνίδι έχει σημασία ακόμα και η "τρικλοποδιά", εφόσον μπορεί να δώσει τη νίκη και η νίκη είναι το ζητούμενο. Αυτή η ιδιομορφία του παιχνιδιού είναι που το κάνει εκμεταλλεύσιμο για την εξουσία. Γιατί; Γιατί η νίκη δίνει χαρά και η ήττα λύπη. Γιατί η νίκη κάποιων ανθρώπων εις βάρος άλλων ανθρώπων εισπράττεται διαφορετικά από αυτούς που παρακολουθούν το παιχνίδι. Από αυτό το σημείο αρχίζουν τα άσχημα. Το παιχνίδι απευθύνεται καθαρά στα ζωικά ένστικτα του ανθρώπου. Για τους ίδιους λόγους που, όταν ένας σκύλος κυνηγάει μια γάτα, στο πέρασμά του παρασέρνει όλους τους σκύλους στη "μάχη" του - που τη μετατρέπει σε μάχη του "είδους" του - , έτσι συμβαίνει και στο παιχνίδι.
Το ένστικτο αυτοσυντήρησης των "ειδών" παρασέρνει τους πάντες στη μάχη. Παρασέρνει τους πάντες στην υποστήριξη αυτών που θεωρούν όμοιούς τους. Παρασέρνει αυτούς, που τα ένστικτα του "είδους" τούς ωθούν στο να υποστηρίξουν τον όμοιό τους. Είναι καθαρά ενστικτώδης η αντίδραση. Επειδή πρόκειται περί σύγκρουσης, τα πάντα βρίσκονται στη λογική της δράσης και της αντίδρασης. Όταν χαίρεσαι με τη νίκη του ομοίου σου, κάποιοι λυπούνται αναγκαστικά με την ήττα του δικού τους ομοίου.
Από εκείνο το σημείο τα πάντα είναι εύκολα και "ρυθμίζονται". Το οποιοδήποτε μίσος που υπάρχει στην κοινωνία μπορεί να γίνει εκμεταλλεύσιμο, γιατί μπορεί να "μαντρώσει" εκείνους που μισούν κάποιους άλλους. Αυτά τα οποία λένε οι αφελείς ότι τα παιχνίδια ενώνουν τον κόσμο είναι αηδίες. Και η βία μπορεί να αρέσει σε πολλούς ανθρώπους, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τους ενώνει. Το γεγονός ότι όλοι οι άνθρωποι, για παράδειγμα, αγαπούν το ποδόσφαιρο, δεν σημαίνει ότι το ποδόσφαιρο ενώνει τον κόσμο. Σημαίνει ότι οι άνθρωποι αγαπούν το συγκεκριμένο παιχνίδι. Γιατί; Ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Πολλοί το αγαπούν ως θέαμα και άλλοι το αγαπούν γιατί θέλουν να υπάρχουν οι συνθήκες που τους δίνουν χαρά εις βάρος κάποιων άλλων.
Αν δεν υπήρχε το ποδόσφαιρο, πού θα έβρισκαν την ευκαιρία να στεναχωρήσουν εκείνους που μισούν; Αν δεν υπήρχε το ποδόσφαιρο, οι φτωχοί, που είναι τα αιώνια θύματα των ισχυρών, πού θα έβρισκαν "στίβο" για να τους "πληγώσουν"; Πού θα έβρισκαν χώρο, όπου θα μπορούσαν αυτοί να γελούν και οι μόνιμα κυρίαρχοι της κοινωνίας να είναι στεναχωρημένοι; Αυτή είναι η λογική του παιχνιδιού κι αυτό είναι που εκμεταλλεύεται η εξουσία. Στο παιχνίδι δεν υποστηρίζεις μόνον αυτόν που μπορεί να σου δώσει χαρά με τη νίκη του. Υποστηρίζεις αυτόν που μπορεί με τη νίκη του να δώσει λύπη σ' αυτόν που μισείς.
Τα πάντα στα παιχνίδια έχουν τη λογική του πολέμου. Ο καλύτερος φίλος σου στον πόλεμο είναι ο εχθρός του εχθρού σου. Ένας άνθρωπος μπορεί να φανατιστεί με το πιο αδιάφορο παιχνίδι της πιο αδιάφορης ομάδας, μόνο και μόνο αν δει αυτόν τον οποίο μισεί να κάνει επιλογή υπέρ κάποιου από τους αντιπάλους. Του αρκεί να εκδηλώσει ο μισητός εχθρός του τη συμπάθειά του υπέρ το ενός και αυτός θα υποστηρίξει τον άλλο.
Μπορείς δηλαδή να μετατρέψεις σε φανατισμένη "κόλαση" ακόμα κι ένα παιχνίδι σχολικού πίγκ-πόγκ. Αρκεί να γνωρίζεις τι πρέπει να κάνεις και πώς. Αρκεί ένας προβοκάτορας και είναι θέμα χρόνου να σκοτωθούν άνθρωποι για έναν σχολικό αγώνα πίγκ-πόγκ. Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Με τον εξής απλό τρόπο. Αρκεί κάποιος πονηρός να βρει ένα κοινό σημείο μεταξύ του ενός από τους αντιπάλους με τον εαυτό του και με μια μερίδα της κερκίδας. Αυτό είναι κάτι το εύκολο, γιατί ο κάθε "αγωνιστής" μπορεί να διαφέρει από τον άλλο σε εκατομμύρια πράγματα, που διαφο­ρο­ποιούν τους ανθρώπους μεταξύ τους. Αν κάποιος "παίξει" με αυτά τα πράγματα μπορεί να οδηγήσει στον φανατισμό. Μπορεί για παράδειγμα το ένα παιδί που αγωνίζεται να είναι πλούσιο και το άλλο φτωχό. Μπορεί το ένα να είναι λευκό και το άλλο μαύρο. Μπορεί το ένα να είναι από τον "Πάνω μαχαλά" και το άλλο από τον "Κάτω μαχαλά". Εκατομμύρια "μπορεί" είναι σε θέση να διαφοροποιούν το ένα παιδί από το άλλο. Από εκεί και πέρα είναι εύκολο να διχαστούν οι πάντες και οι αντίπαλοι να γίνουν μονομάχοι-αντιπρόσωποι της κερκίδας. Αρκεί να φωνάξει κάποιος "παίξε" γι' αυτόν τον λόγο και θα δημιουργηθεί η απαραίτητη ένταση.
"Παίξε" για τον μαχαλά σου, για την κοινωνική σου τάξη, για τη φυλή σου κλπ. "Παίξε" για να αποδείξεις όχι μόνον την "ανωτερότητά" σου, αλλά και την "ανωτερότητα" των ομοίων σου. Ο ένας βλάκας προβοκάτορας, ο οποίος θα εκδηλώσει την υποστήριξή του για βλακώδεις λόγους υπέρ του ενός αγωνιζόμενου, αμέσως θα συσπειρώσει τους "άλλους" υπέρ του άλλου. Αυτή η συσπεί­ρωση θα οδηγήσει και σε αντισυσπείρωση των υπολοίπων και το γήπεδο θα γίνει κόλαση. Με τον πιο απλό τρόπο μπορεί κάποιος να προκαλέσει τα ένστικτα του ανθρώπου και να τον παρασύρει σε αθλιότητες. Αυτό είναι μια διαδικασία, που δεν αφορά την ευφυΐα. Είναι καθαρά ζωώδης αντίδραση, που αφορά τους πάντες μηδενός εξαιρουμένου.
Είναι αναπόφευκτο να συμβεί αυτό. Ακόμα και να καταλαβαίνεις τι συμβαίνει, δεν μπορείς να ξεφύγεις από τη ζωική σου φύση. Ακόμα κι αν γνωρίζεις ότι κάποιος επίτηδες σε προκαλεί και σε "κουρδίζει", είναι αδύνατον να μην υποστηρίξεις έστω και υποσυνείδητα εκείνον που με τη νίκη του θα "τιμωρήσει" με στεναχώρια τον προβοκάτορα. Είναι φυσικό φαινόμενο, όπως είναι η βαρύτητα. Είτε έξυπνος είναι κάποιος είτε βλάκας, όταν πέσει από μια πολυκατοικία, προς τα κάτω θα πάει και όχι προς τα επάνω.
Γιατί συμβαίνουν αυτά με τα παιχνίδια; Γιατί απλούστατα το επιτρέπουν τα χαρακτηριστικά της έννοιας του "παιχνιδιού" και βέβαια τα χαρακτηριστικά του ίδιου του ανθρώπου. Τι σημαίνουν αυτά τα οποία λέμε; Το έξής απλό. Στο παιχνίδι στόχος είναι η νίκη και η έκβαση του είναι εκ των προτέρων αβέβαιη, γιατί κανένας δεν γνωρίζει σε τι κατάσταση θα βρεθούν οι άνθρωποι που θ' αγωνιστούν. Μάλιστα, όσο πιο αβέβαιη είναι η έκβασή του, τόσο πιο αγαπητό είναι ως παιχνίδι.
Στον αθλητισμό όλα αυτά τα οποία φανατίζουν το κοινό δεν υπάρχουν. Αντίπαλος είναι το μέγεθος και ο αθλητής "αντιπροσωπεύει" τον άνθρωπο. Τον άνθρωπο ως όν και όχι τον άνθρωπο που έχει κάποια ιδιόμορφη καταγωγή ή έχει ακολουθήσει κάποια ιδιόμορφη θρησκευτική ή ιδεολογική επιλογή. Δεν υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι θα ταυτιστούν με το μέγεθος και θα εύχονται να μην νικηθεί αυτό, ώστε να μην "νικηθούν" και οι ίδιοι. Ο άνθρωπος νικάει και όλοι οι θεατές είναι άνθρωποι. Κανένας δηλαδή δεν θα φύγει από το στάδιο ως "ηττημένος", επειδή "ηττήθηκε" ένα μέγεθος.
Επιπλέον ο αθλητισμός εν αντιθέσει με τα παιχνίδια, ελάχιστα επηρεάζεται κατά τη διάρκεια του αγώνα από εξωγενείς παράγοντες. Δεν μπορεί να επηρεασθεί η έκβασή ενός αγώνα από τους κριτές για παράδειγμα. Αν τρέχεις γρήγορα ή πηδάς ψηλά, κανένας κριτής δεν μπορεί να σε κάνει να χάσεις.
Αντίθετα μ' αυτήν την κατάσταση στα παιχνίδια υπάρχει αυτή η πιθανότητα. Όταν υπάρχει μια σύγκρουση, που πρέπει να γίνει μέσα από κάποιους κανόνες κι επιπλέον είναι αμφίρροπη, πιο καθοριστικός παράγοντας για την τελική νίκη είναι ο διαιτητής που επιβλέπει την τήρηση των κανόνων παρά η διαφορά δυναμικότητας μεταξύ των αντιπάλων. Η ύπαρξη όμως του διαιτητή και άρα της υποκειμενικής εκτίμησης δημιουργεί εντάσεις και άρα την έννοια της αμφισβήτησης του αποτελέσματος του αγώνα.
Το αποτέλεσμα δηλαδή του παιχνιδιού δεν έχει την απολυτότητα του αθλητικού αποτελέ­σματος. Όταν τελειώνει ο αθλητικός αγώνας δεν υπάρχει λόγος να δημιουργηθούν εντάσεις και πάθη. Η κατάσταση δηλαδή στον αθλητισμό είναι "καθαρή" και απόλυτη τόσο πριν όσο και μετά τον αγώνα. Το υποκειμενικό, που διχάζει τους ανθρώπους, δεν παίζει ρόλο ούτε πριν από τον αγώνα ούτε μετά. Δεν μπορεί δηλαδή να πάει κάποια μερίδα ανθρώπων - ακόμα και να το θέλει - να υποστηρίξει ως τον καλύτερο τον δικό της άνθρωπο, όταν το ρεκόρ του τον παρουσιά­ζει ως "κουτσάλογο". Αν νικήσει ο αντίπαλος, δεν μπορεί και πάλι να αντιδράσει, γιατί αυτό δεν έχει νόημα. Το φυσικό μέγεθος δεν είναι ποτέ ούτε δίκαιο ούτε άδικο. Το φυσικό μέγεθος είναι απόλυτο.
Για όλους αυτούς τους λόγους η εξουσία επενδύει στα "παιχνίδια" όλων των ειδών, γιατί μπορεί να ελέγχει τους λαούς. Η εξουσία δηλαδή "παίζει" με τα ένστικτα των ανθρωπίνων "ειδών", που αγωνιούν για την επιβίωση τους - όποια κι αν είναι αυτή. Παίζει με τα ταξικά, τα εθνικά, τα ιδεολογικά ή θρησκευτικά ένστικτα. Μπορεί να εκμεταλλευτεί τα πάντα για τον οποιονδήποτε λόγο. Βάζει τους ανθρώπους της να "δρουν" και στη συνέχεια χρηματοδοτεί η ίδια την "αντί­δραση". "Μαντρώνει" τους φίλους της και "μαντρώνει" τους εχθρούς της. Τα πάντα είναι εκμεταλ­λεύ­σιμα, γιατί οι πάντες μπορούν να "μαντρωθούν" για τον οποιονδήποτε λόγο. Μπορεί να "μαντρωθούν" για θρησκευτικούς, εθνικούς, ταξικούς ή ιδεολογικούς λόγους.

Από παλιότερο άρθρο του Παναγιώτη Τραϊανού με τίτλο:
«ΠΟΙΟΣ ΒΡΑΧΥΚΥΚΛΩΣΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ;»

Κατεβάστε το κείμενο σε μορφή PDF

0 ΣΧΟΛΙΑ:

Δημοσίευση σχολίου

 
Top